Τρίτη 29 Οκτωβρίου 2024

Κυριακή Ε Λουκά. Ο πλούσιος και ο φτωχός Λάζαρος Κείμενο Εὐαγγελίου (Λουκά ιστ´ 19-31).

 ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ (ΜΙGΝΕ  Ρ. G. τ. 48, στ. 970-982).


Ηταν κάποτε ἕνας ἄνθρωπος πλούσιος· φοροῦσε πορφύρα καί μεταξωτά ἐνδύματα κι ἔκανε γλέντια λαμπρά. Ἦταν κι ἕνας φτωχός πού τόν ἔλεγαν Λάζαρο. Αὐτός καθόταν στήν πόρτα τοῦ πλουσίου γεμᾶτος πληγές κι ἤθελε νά χορτάση ἀπό τά ψίχουλα, πού ἔπεφταν ἀπό τό τραπέζι του. Τά σκυλιά ἔρχονταν κι ἔγλυφαν τίς πληγές του». Γιά ποιό λόγο μιλοῦσε ὁ Κύριος μέ παραβολές καί γιατί ἄλλες παραβολές τίς ἐξηγοῦσε κι ἄλλες ὄχι καί τί εἶναι ἡ παραβολή καί τά παρόμοια, θά τά ἐξετάσουμε σέ ἄλλη περίσταση,
γιά νά μήν ἀπομακρυνθοῦμε ἀπό ὅ,τι μᾶς ἀπασχολεῖ τώρα. Αὐτό μόνο θά σᾶς πῶ· ποιός ἀπό τούς Εὐαγγελιστές μᾶς λέει ὅτι ὁ Χριστός διηγήθηκε αὐτή τήν παραβολή. Εἶναι λοιπόν ὁ Λουκᾶς μόνο. Εἶναι ἀνάγκη νά τό γνωρίζουμε κι αὐτό· ἀπό ὅσα εἶπε ὁ Χριστός ἄλλα τά διηγήθηκαν κι οἱ τέσσερις Εὐαγγελιστές καί καθένας χωριστά διηγήθηκε ὅ,τι ἄκουσε ἰδιαιτέρως. Γιά ποιό λόγο; Γιά νά γίνη ἀπαραίτητη ἡ ἀγνάγνωση καί τῶν ἄλλων Εὐαγγελιστῶν καί νά παρουσιαστῆ ἡ ἐξαίρετη συμφωνία μεταξύ τους. Ἄν μᾶς τά εἶχαν ἐξηγήσει ὅλοι τους ὅλα, δέ θά προσέχαμε σ᾿ ὅλους μέ τήν ἴδια προθυμία· θά ἔφτανε ὁ ἕνας νά μᾶς τά διδάξη ὅλα. Ἄν πάλι τά ἔλεγε ὁ καθένας διαφορετικά, δέ θά παρουσιαζόταν ἡ ἐξαίρετη συμφωνία. Γι᾿ αὐτό καί πολλά τά ἔγραψαν ὅλοι οἱ εὐαγγελιστές καί πάλι ὁ καθένας χωριστά ἔγραψε κι ἄλλα.
Ὁ Χριστός, λοιπόν, μέ τήν παραβολή αὐτή μᾶς λέει τό ἑξῆς· Ἦταν κάποιος πλούσιος καί ζοῦσε μέσα σέ πολλή κακία. Δέ δοκίμαζε καμιά συμφορά καί τ᾿ ἀγαθά του κυλοῦσαν σάν ἀπό πηγές. Τό ὅτι δέν τοῦ συνέβαινε τίποτε δυσάρεστο, οὔτε καμμιά λύπη, οὔτε καμιά δυσκολία, τό ἐξυπονοεῖ ἡ φράση «διασκέδαζε καθημερινά». Τό ὅτι ζοῦσε μέσα σέ κακία φαίνεται ἀπό τό τέλος πού τοῦ ἔτυχε καί πρίν ἀπό τό τέλος, ἀπό τήν περιφρόνηση πού ἔδειχνε στό φτωχό. Ὅτι δέν ἐλεοῦσε ὄχι ἐκεῖνον μονάχα πού βρισκόταν κάθε μέρα στήν πόρτα του, ἀλλά οὔτε ἄλλον κανένα, τό ἔδειξε αὐτός ὁ ἴδιος. 

Γιατί δέν ἦταν ὁ φτωχός πεσμένος σέ κάποιο σταυροδρόμι οὔτε σ᾿ ἀπόκρυφο τόπο, ἀλλά σέ μέρος τέτοιο, πού ἀδιάκοπα περνοῦσε ὁ πλούσιος κι ἦταν ὑποχρεωμένος νά τόν βλέπη. Ἄν λοιπόν δέν ἐλέησε αὐτόν πού ἦταν ριγμένος ἀδιάκοπα στίς πόρτες του καί μπροστά στά μάτια του πεσμένος, πού καθημερινά μιά καί δυό καί περισσότερες φορές ἦταν ἀναγκασμένος, μπαίνοντας καί βγαίνοντας, νά τόν βλέπη, ἄν δέν ἐλέησε αὐτόν πού ἦταν σέ τέτοια θλιβερή κατάσταση καί μέ σύντροφο μιά τόση φτώχεια καί πού βασανιζόταν ἀπό τήν φοβερή ἀρρώστια μιά ὁλόκληρη ζωή, ποιός ἀπό ὅσους ἄλλους τόν παρακαλοῦσαν θά μποροῦσε ποτέ νά τοῦ λυγίση τήν καρδιά; Γιατί ἄν τόν προσπέρασε τήν πρώτη μέρα, τή δεύτερη ἦταν φυσικό κάτι ν᾿ ἀντιληφθῆ. Κι ἄν δέν τόν πρόσεξε καί τότε, τήν τρίτη τοὐλάχιστο ἤ τήν τέταρτη ἤ τήν παράλλη, ἔπρεπε νά λυγίση ἐπί τέλους, ἀκόμα κι ἄν ἦταν ἀγριώτερος ἀπό τά θηρία...
Πρώτη λοιπόν κακία εἶναι αὐτή ἡ σκληρότητα καί ἡ ἄφθαστη ἀπανθρωπιά του. Δέν εἶναι τό ἴδιο νά εἶσαι φτωχός καί νά μή βοηθᾶς ὅσους βρίσκονται σέ ἀνάγκη μέ τό νά ἀδιαφορῆς γι᾿ αὐτούς πού λιώνουν ἀπό τήν πεῖνα, ἐνῶ σύ ἀπολαμβάνεις τέτοια καλοπέραση. Καί πάλι, δέν εἶναι τό ἴδιο νά δῆς μιά καί δυό φορές ἕνα φτωχό καί νά προσπεράσης μέ τό νά τόν βλέπης καθημερινά καί νά μή συγκινηθῆ ἡ ψυχή σου ἀπό εὐσπλαχνία καί φιλανθρωπία, παρ᾿ ὅλο πού ἀδιάκοπα εἶναι μπροστά σου. Ἀκόμα δέν εἶναι ἴδιο νά βρίσκεσαι σέ συμφορές καί λύπες καί στενοχώριες καί νά μήν βοηθᾶς τό διπλανό σου μέ τό νά ἀδιαφορῆς γιά τούς ἄλλους πού λιώνουν ἀπ’ τήν πεῖνα, ἐνῶ ἐσύ ζῆς σέ εὐφροσύνη καί διαρκῆ εὐτυχία, καί νά κλείνης τήν καρδιά σου χωρίς ἡ χαρά σου νά σέ κάνη πιό φιλάνθρωπο. Τό γνωρίζετε ὅλοι αὐτό· κι ἄν ἀκόμα εἴμαστε ἀπ᾿ ὅλους ἀγριώτεροι, εἶναι στή φύση μας νά μᾶς κάνη ἡ εὐτυχία πιό ἤμερους καί πιό καλούς. Αὐτόν ὅμως οὔτε ἡ εὐτυχία του δέν τόν ἔκανε καλύτερο· ἔμεινε ἀποθηριωμένος καί μέ τήν συμπεριφορά του ἔδειξε ὅτι ἔκρυβε μέσα του σκληρότητα καί ἀπανθρωπιά περισσότερο ἀπό κάθε θηρίο. Κι ὅμως, αὐτός πού ζοῦσε μέσα στήν κακία καί στήν ἀπανθρωπιά δοκίμαζε κάθε εὐτυχία, ἐνῶ ὁ δίκαιος, ὁ κυνηγός τῆς ἀρετῆς, ζοῦσε στό βυθό τῆς δυστυχίας. Ὅτι ὁ Λάζαρος ἦταν δίκαιος τό φανέρωσε τό τέλος του καί πρίν ἀπό τό τέλος ἡ ὑπομονή μέσα στή φτώχεια του. Δέ σᾶς φαίνεται ἄραγε πώς βλέπετε μπροστά σας αὐτά τά πράγματα; Κατάμεστο τό πλοῖο τοῦ πλουσίου ἀπό ἐμπορεύματα καί ταξίδευε μέ οὔριο ἄνεμο. Μή θαυμάσετε· τραβοῦσε ὁλοταχῶς γιά τό ναυάγιο, ἐπειδή δέ θέλησε νά διαθέση τό ἐμπόρευμά του μέ φόβο Θεοῦ. Νά σᾶς ἀναφέρω καί δεύτερη κακία; Ἡ καθημερινή ξένοιαστη ἀπόλαυση. Κι αὐτή εἶναι ἄκρα κακία. ῎Οχι τώρα πού ἐπιδιώκουμε τόση πνευματικότητα, ἀλλά καί παλιότερα, στήν Παλαιά Διαθήκη, τότε πού οἱ ἀπαιτήσεις ἦταν μικρότερες... Ὁ πλούσιος, λοιπόν, ζοῦσε μέσα σέ τόση κακία, μέσα σέ καθημερινή τρυφή καί ντυνόταν μέ πολυτέλεια ἀνάβοντας περισσότερο τήν κόλαση γιά τόν ἑαυτό του, ἀνάβοντας περισσότερο τή φωτιά, κάνοντας τήν καταδίκη του ἀπαρηγόρητη καί τήν τιμωρία του ἀσυγχώρητη. Κι ὁ φτωχός; Ριγμένος στήν ἐξώπορτα τοῦ πλουσίου οὔτε ἀπελπίστηκε, οὔτε βλαστήμησε, οὔτε ἀγανάκτησε. ...Ἀπό ποῦ εἶναι αὐτό φανερό; Ἀπό τό ὅτι τόν πῆραν οἱ ἄγγελοι καί τόν ἀποκατάστησαν στόν κόλπο τοῦ Ἀβραάμ. Δέ θά τοῦ γινόταν τέτοια τιμή, ἄν ἦταν βλάσφημος...
Ἄς ἐπιδιώξουμε τήν ἀρετή καί τή χαρά πού δίνουν τά πνευματικά κατορθώματα, ζηλεύοντας τό Λάζαρο, πλούσιοι καί φτωχοί. Αὐτός δέν κατώρθωσε μόνο ἕναν καί δυό καί τρεῖς ἄθλους τῆς ἀρετῆς, ἀλλά πολύ περισσότερους, τή φτώχεια, τήν ἀρρώστεια, τήν ἀπουσία προστάτη, ὅτι ὑπέφερε σέ σπίτι πού μποροῦσε νά τοῦ σβήση ὅλα ἐκεῖνα τά δεινά του κι ὅμως δέν ἀξιώθηκε οὔτε ἕνα λόγο παρηγοριᾶς, ὅτι ἔβλεπε νά δοκιμάζη τόση ἀπόλαυση αὐτός πού τόν περιφρονοῦσε κι ὄχι μόνο αὐτό, ἀλλά νά ζῆ μέσα στήν κακία καί κανένα κακό νά μήν παθαίνη. Δέν εἶχε κι ἄλλο Λάζαρο νά δῆ (σάν τόν ἑαυτό του), δέν μποροῦσε νά ὑψωθῆ σέ σκέψεις γιά τήν ἀνάσταση, εἶχε τήν κακή ὑπόληψη πού ἀπό τίς συμφορές του σχημάτιζαν γι᾿ αὐτόν οἱ πολλοί, σά νά μήν τόν ἔφταναν τά πάθη του, ἀκόμα δέν ἔβλεπε τόν ἑαυτό του δύο καί τρεῖς μέρες, ἀλλά ὁλόκληρη τή ζωή του σ᾿ αὐτή τήν κατάσταση καί τόν πλούσιο στήν ἀντίθετη. Τί, λοιπόν, θά ἀπολογηθοῦμε ἐμεῖς, ὅταν ἐκεῖνος βαστοῦσε μέ τόση γενναιότητα ὅλα μαζί τά δεινά κι ἐμεῖς δέν ἀντέχουμε οὔτε τά μισά; Δέν μπορεῖτε, δέν μπορεῖτε νά παρουσιάσετε οὔτε ν᾿ ἀναφέρετε κάποιον ἄλλον μέ τόσες καί τέτοιες συμφορές. Γι᾿ αὐτό ἀκριβῶς τόν παρουσίασε μπροστά μας ὁ Χριστός· σέ ὅσο βάθος συμφορᾶς κι ἄν πέσουμε, βλέποντας σ᾿ αὐτόν (τό Λάζαρο) τό ἀμέτρητο πλῆθος τῶν θλίψεων, ν᾿ ἀντλήσουμε παρηγοριά καί στήριγμα ἀπό τή σοφία ἐκείνου καί τήν ὑπομονή. Εἶναι κοινός δάσκαλος τῆς οἰκουμένης γιά ὅσους ὑποφέρουν ὁποιοδήποτε κακό, δίνει σ᾿ ὅλους τήν εὐκαιρία νά τόν βλέπουν καί ὑπερβάλλει ὅλους μέ τό πλῆθος τῶν δεινῶν του. 
ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ Κηρύγματα 

Δευτέρα 28 Οκτωβρίου 2024

Αγία Σκέπη


Γιορτάζουμε κάθε χρόνο στις 28 Οκτωβρίου την εορτή της αγίας Σκέπης. Και για την γιορτή αυτή συμβαίνει αυτό που λέγει ο άγιος Χρυσόστομος για τις μεγάλες γιορτές της Εκκλησίας μας, ότι πολλοί γιορτάζουν τις μεγάλες γιορτές, ξέρουν το όνομά τους, δεν ξέρουν όμως το βαθύτερο νόημά τους, ούτε το μήνυμα που θέλει να εξαγγείλει η Εκκλησία μας μέσω των εορτών αυτών. Και αυτό γιατί οι περισσότεροι, λέγει ο ιερός πατήρ, έρχονται στην Εκκλησία από συνήθεια και όχι από ευσέβεια. Γι’ αυτό ας ασχοληθούμε σήμερα με την υπόθεση της γιορτής καθώς και για το μήνυμά της προς το λαό του Θεού.

Πως καθιερώθηκε η γιορτή της αγίας Σκέπης.

Στα χρόνια του βασιλέως Λέοντος του Μεγάλου (457-474 μ. Χ.) ζούσε στην Κων/πολη ο όσιος Ανδρέας, ο κατά Χριστόν σαλός. Σαλός είναι ο τρελλός και κατά Χριστόν σαλοί ονομάζονται κάποιοι άγιοι, οι οποίοι κάνανε κάποια περίεργα και παράλογα πράγματα, με απώτερο σκοπό να τους θεωρούν παλαβούς ή παλιανθρώπους και να μη τους τιμούν οι άνθρωποι· και έτσι αυτοί να ζουν εν ταπεινώσει και αφανεία. Μια νύχτα που γινότανε αγρυπνία στο ναό της Παναγίας των Βλαχερνών, ο όσιος Ανδρέας μαζί με τον μαθητή του Επιφάνιο, που έγινε αργότερα πατριάρχης Κων/πόλεως (520-536 μ. Χ.), είδαν την Υπεραγία Θεοτόκο οφαλμοφανώς, όχι σε όραμα, να μπαίνει από την κεντρική πύλη του ναού. Την συνόδευαν οι παρθένοι Ιωάννης ο Πρόδρομος και Ιωάννης ο Θεολόγος και πλήθος αγγέλων. Αφού μπήκε μέσα στο ναό προχώρησε στον σολέα. Εκεί γονάτισε και προσευχήθηκε πολλή ώρα με θερμά δάκρυα υπέρ της σωτηρίας των πιστών, ενώ την βλέπανε μόνο ο Ανδρέας και ο Επιφάνιος. Αφού προσευχήθηκε για πολύ η Θεοτόκος σηκώθηκε και μπήκε μέσα στο ιερό, όπου φυλασσόταν το μαφόριο της δηλαδή το τσεμπέρι της, το πήρε στα χέρια της και βγαίνοντας έξω το άπλωσε πάνω από τους πιστούς, για να δείξει ότι τους σκέπει και τους προστατεύει.

Αυτό είναι το γεγονός το οποίο στάθηκε αφορμή η Εκκλησία μας να καθιερώσει την γιορτή της αγίας Σκέπης δηλαδή τη γιορτή προς τιμή της Παναγίας, η οποία σαν τη φωτοφόρο νεφέλη που σκέπαζε τη μέρα και φώτιζε τη νύχτα τους Ισραηλίτες στην έρημο, σκέπει και προστατεύει το λαό του Θεού και φωτίζει τους πιστούς στο δρόμο για την τελείωση. Πως μας σκεπάζει και πως μας προστατεύει η Παναγία μας; Με τις προσευχές της, με τις παρακλήσεις της και με τα δάκρυά της.

Μα θα μου πείτε, είναι τόσο μεγάλο το γεγονός που η Παναγία μας προσεύχεται για μας, ώστε η Εκκλησία μας να έχει ιδιαίτερη γιορτή γι’ αυτό το γεγονός; Ναι μάλιστα είναι μεγάλο και σπουδαίο και ζωτικής σημασίας. Λέγει κάπου ο ιερός Χρυσόστομος ότι πάντοτε έχουμε την ανάγκη των προσευχών των άλλων όσο και ενάρετοι και ευσεβείς κι αν είμαστε.

Παράδειγμα χαρακτηριστικό γι’ αυτό είναι ο απόστολος Παύλος, αυτός που ανέβηκε μέχρι τρίτου ουρανού κι άκουσε άρρητα ρήματα, αυτός που ονομάσθηκε στόμα Χριστού, αυτός που είχε «νουν Χριστού», αυτός που «αναπλήρωνε τα υστερήματα των θλίψεων του Χριστού στο σώμα του», αυτός λοιπόν ο γίγας της αρετής και της ευσέβειας, πάντα ζητούσε τις προσευχές των χριστιανών. Αν και αυτοί που θα προσευχότανε για τον Παύλο δεν ήταν ούτε ανώτεροι του ούτε ισάξιοί του. Μοιάζει το γεγονός σαν ένας στρατιώτης να μιλά στον πρόεδρο της δημοκρατίας για τον στρατηγό. Κι όμως ο Παύλος όχι μόνο δεν αρνήθηκε τις προσευχές των χριστιανών, αλλά αντίθετα τους προέτρεψε και τους παρακαλούσε να προσεύχονται για κείνον.

Στην προς Ρωμαίους (15,30) γράφει· «Παρακαλώ δε υμάς αδελφοί μου … συναγωνίσασθαί μοι εν ταις προσευχαίς υπέρ εμού προς τον Θεόν». Στους Εφεσίους (6,18-19) συνιστά δέηση περί «πάντων των αγίων» και περί εαυτού. Τους Κολοσσαείς (4,2-3) παροτρύνει «τη προσευχή προσκαρτερείτε … προσευχόμενοι άμα και περί ημών». Τους Θεσσαλονικείς (Α΄ Θεσ. 5,25 · Β΄ Θεσ. 3,1) παρακαλεί «αδελφοί προσεύχεσθε υπέρ ημών».

Όχι δε μόνο ζητά να προσεύχονται γι’ αυτόν και για τους συνεργάτες του, αλλά και πιστεύει ότι ήδη το κάνουν και στις προσευχές τους οφείλει την υγεία του και τη σωτηρία από μεγάλους κινδύνους (πρβλ. Φιλημ. 22 · Β΄ Κορ. 1,10-11).

Αλλά και ο Πέτρος δεν είπε τι μου χρειάζεται η προσευχή των άλλων αφού είμαι απόστολος, αφού ομολόγησα το θεανθρώπινο του Χριστού, αφού πάνω στην ομολογία μου στηρίχθηκε η Εκκλησία. Έτσι όταν ήταν στη φυλακή από τον Ηρώδη τον Αγρίππα τον Α΄, οι χριστιανοί των Ιεροσολύμων προσευχόταν γι’ αυτόν με αποτέλεσμα να τον ελευθερώσει άγγελος Κυρίου κατά θαυμαστόν τρόπο.

Λοιπόν κι αν είσαι Παύλος κι αν είσαι Πέτρος έχεις ανάγκη των προσευχών των άλλων και μάλιστα των αγίων και μάλιστα της Παναγίας. Βέβαια οι αιρετικοί διαφωνούν στο σημείο αυτό και λένε να προσευχόμαστε κατ’ ευθείαν στο Θεό και όχι να επιζητούμε τις δεήσεις των αγίων. Ήδη τα παραδείγματα που αναφέραμε δίδουν την απάντηση, γιατί, αν μας χρειάζονται οι προσευχές των ζώντων και μη τελειωθέντων αδελφών μας, πόσο περισσότερο ωφέλιμες είναι οι προσευχές των αγίων. Ας αναφέρουμε όμως κι ένα χωρίο που είναι χαρακτηριστικό για το πόσο αναγκαία είναι η δέηση των δικαίων ζώντων και τεθνεώτων. Στον Αβιμέλεχ ένα βασιλιά της Αιγύπτου, που είχε υποπέσει σ’ ένα σοβαρό παράπτωμα, ο Θεός του είπε να προσφύγει στον Αβραάμ, που ήταν τότε στην Αίγυπτο, και να ζητήσει την προσευχή του. «Προφήτης εστί και προσεύξεται περί σου και ζήση» (Γεν. 20,7).

Πως είναι ωφέλιμη η προσευχή των αγίων.

Αλλά ενώ η προσευχή έχει τεράστια δύναμη, ενώ είναι αναγκαία όσο ενάρετοι κι αν είμαστε, χρειάζεται μια προϋπόθεση για να καρποφορήσει. Και η προϋπόθεση είναι να προσπαθούμε κι εμείς· ν’ αγωνιζόμαστε· να μετανοούμε για τις αμαρτίες μας· να βιάζουμε τον εαυτό μας προς εξάσκηση της αρετής. Μη περιμένουμε τα πάντα από την προσευχή των αγίων, ενώ εμείς οι ίδιοι οκνεύουμε και τεμπελιάζουμε. Η αγιότητα δεν μεταδίδεται κατά μαγικό τρόπο· απαιτεί και ενεργό προσπάθεια εκ μέρους μας.

Έτσι ενώ ο Ιερεμίας προσευχήθηκε τρεις φορές για τους Εβραίους και στις τρεις φορές άκουσε το Θεό να λέγει· «Μη προσεύχου, μηδέ αξίου περί του λαού τούτου ότι ουκ εισακούσομαί σου» (7,16). Και ο Ιεζεκιήλ άκουσε το εξής· «και εάν ώσιν (είναι) οι τρεις ούτοι εν μέσω αυτής, Νώε και Δανιήλ και Ιώβ, αυτοί εν τη δικαιοσύνη αυτών σωθήσονται … η δε γη έσται εις όλεθρον» (14, 14-16). Και στον Ιερεμία είπε ο Θεός· «εάν στη (σταθεί) Μωσής και Σαμουήλ προ προσώπου μου, ουκ έστιν η ψυχή μου προς αυτούς» (15,1). Και τα λέγει αυτά ο Θεός στον Ιερεμία και στον Ιεζεκιήλ για να τους δείξει όχι ότι δεν δέχεται την ικεσία τους και τους περιφρονεί, αλλά δεν αξίζουν οι Ιουδαίοι για να τους βοηθήσει. Γι’ αυτό και αναφέρει τα ονόματα του Νώε, του Δανιήλ, του Ιώβ, του Μωϋσή, και του Σαμουήλ, που είχαν καθιερωθεί ως άγιοι μεγάλου βεληνεκούς, θεοπρόβλητοι και θεάρεστοι. Είναι σαν να λέγει ο Θεός σήμερα· «Ακόμη και η Παναγία και οι απόστολοι και ο Χρυσόστομος και ο Αθανάσιος να προσευχηθούν για σας, δεν σας βοηθώ. Η κακία σας είναι απροσμέτρητη και φοβερή.

Είναι χαρακτηριστική και η λεπτομέρεια ότι η Παναγία μας άπλωσε το μαφόριο της εντός του ναού και σκέπασε όσους αγρυπνούσαν και προσευχόταν. Θέλει να πει ότι πρέπει να έχουμε ουσιαστική σχέση με την Εκκλησία για να μας σκεπάσει με τις πρεσβείες της.

Την έχουμε αυτή τη σχέση; Πηγαίνουμε στην Εκκλησία, κοινωνούμε, εξομολογούμαστε, αγρυπνούμε, νηστεύουμε, ελεούμε, συγχωρούμε, προσπαθούμε να τηρήσουμε τις εντολές; Ο καθένας ας ρωτήσει τον εαυτό του και ας δώσει προσωπικά και υπεύθυνα την απάντηση.

ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ

ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ

Πηγή: http://www.impantokratoros.gr/agia-skeph.el.aspx

Κυριακή 27 Οκτωβρίου 2024

Κυριακή Ζ’ Λουκά Η θεραπεία της αιμορροούσης γυναικός και η ανάσταση της κόρης του Ιαείρου Άγιος Κύριλλος, αρχιεπίσκοπος Αλεξανδρείας Εξήγησις υπομνηματική εις το κατά Λουκάν Ευαγγέλιον, κεφ. η΄(Λουκά 8, 41-56) «Καὶ εἶπεν ὁ Ἰησοῦς· τίς ὁ ἁψάμενός μου; (:Και είπε ο Ιησούς: Ποιος είναι αυτός που με άγγιξε;)» [Λουκ. 8, 45]

  Δεν αγνοήθηκε όμως το παράδοξο, γιατί αν και ο Σωτήρας γνωρίζει τα πάντα, ερωτά σαν να μη γνωρίζει και λέγει: «Ποιος με άγγιξε;». Και ενώ οι άγιοι απόστολοι είπαν με πειστικότητα «ἐπιστάτα, οἱ ὄχλοι συνέχουσί σε καὶ ἀποθλίβουσι, καὶ λέγεις τίς ὁ ἁψάμενός μου; (: “Διδάσκαλε, τα πλήθη σε στενοχωρούν και σε πιέζουν ολόγυρα και εσύ λες ‘’ποιος με άγγιξε;”)», πράγμα που είναι μεγίστη απόδειξη ότι Αυτός και αληθινή σάρκα φέρει, και καταπατεί κάθε υπερηφάνεια, γιατί δεν Τον ακολουθούσαν από μακριά, αλλά Τον είχαν περικυκλωμένο από παντού, Αυτός φέρει στη μέση και επικεντρώνει την προσοχή τους σε αυτό που έγινε και λέγει επιμένοντας ότι «ἥψατό μού τις· ἐγὼ γὰρ ἔγνων δύναμιν ἐξελθοῦσαν ἀπ᾿ ἐμοῦ (: “κάποιος με άγγιξε. Διότι εγώ κατάλαβα ότι κάποια δύναμη θαυματουργική βγήκε από εμένα”).
 

 

Σάββατο 26 Οκτωβρίου 2024

Κυριακή Ζ’ Λουκά Η παιδική θνησιμότης π. Αθανάσιος Μυτιληναίος [Λουκά 8, 40-56] (Απομαγνητοφωνημένη ομιλία που εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 7-11-1993)

 Εκπληκτικό θαύμα, αγαπητοί μου, η ανάστασις της θυγατρός του Ιαείρου. Και μάλιστα, διπλούν θαύμα! Γιατί όταν ο Κύριος κατευθύνετο προς το σπίτι του αρχισυναγώγου Ιαείρου, ένα άλλο θαύμα έλαβε χώρα. Ήταν το θαύμα της θεραπείας της αιμορροούσης εκείνης γυναικός. Και όσα εκεί ελέχθησαν με την αιμορροούσα γυναίκα, έχουν βάθος πίστεως και βάθος θεολογίας.

Αλλά και στην ανάσταση της θυγατρός του Ιαείρου, η θεολογία που απορρέει είναι αποκαλυπτική. Ας δούμε όμως, πώς την ανάσταση αυτής της μικρής κόρης διηγείται ο Ευαγγελιστής Λουκάς. Σας διαβάζω το κείμενο, παραλείποντας το περιστατικό της αιμορροούσης: «Καὶ ἰδοὺ ἦλθεν ἀνὴρ ᾧ ὄνομα ᾿Ιάειρος, καὶ αὐτὸς ἄρχων τῆς συναγωγῆς ὑπῆρχε· καὶ πεσὼν παρὰ τοὺς πόδας τοῦ ᾿Ιησοῦ παρεκάλει αὐτὸν εἰσελθεῖν εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ,  ὅτι θυγάτηρ μονογενὴς ἦν αὐτῷ ὡς ἐτῶν δώδεκα, καὶ αὕτη ἀπέθνησκεν… ῎Ετι αὐτοῦ λαλοῦντος ἔρχεταί τις παρὰ τοῦ ἀρχισυναγώγου λέγων αὐτῷ ὅτι τέθνηκεν ἡ θυγάτηρ σου· μὴ σκύλλε τὸν διδάσκαλον (: Μην ενοχλείς, μην τον βάζεις σε κόπο. Πέθανε η κόρη σου). Ὁ δὲ ᾿Ιησοῦς ἀκούσας ἀπεκρίθη αὐτῷ λέγων· μὴ φοβοῦ· μόνον πίστευε, καὶ σωθήσεται. Ἐλθὼν δὲ εἰς τὴν οἰκίαν οὐκ ἀφῆκεν εἰσελθεῖν οὐδένα εἰ μὴ Πέτρον καὶ ᾿Ιωάννην καὶ ᾿Ιάκωβον καὶ τὸν πατέρα τῆς παιδὸς καὶ τὴν μητέρα. Ἒκλαιον δὲ πάντες καὶ ἐκόπτοντο αὐτήν (: Έκαναν κοπετόν). Ὁ δὲ εἶπε· μὴ κλαίετε· οὐκ ἀπέθανεν, ἀλλὰ καθεύδει (:Κοιμάται). Καὶ κατεγέλων αὐτοῦ, εἰδότες ὅτι ἀπέθανεν (Και τον καταγελούσαν οι γύρω, γνωρίζοντες ότι είχε πεθάνει). Αὐτὸς δὲ ἐκβαλὼν ἔξω πάντας καὶ κρατήσας τῆς χειρὸς αὐτῆς ἐφώνησε λέγων· ἡ παῖς, ἐγείρου (: Ω μικρό παιδί, σήκω). Καὶ ἐπέστρεψε τὸ πνεῦμα αὐτῆς, καὶ ἀνέστη παραχρῆμα (: αμέσως), καὶ διέταξεν αὐτῇ δοθῆναι φαγεῖν (: Διέταξε ο Κύριος να της δοθεί φαγητό). Καὶ ἐξέστησαν οἱ γονεῖς αὐτοῖς. Ὁ δὲ παρήγγειλεν αὐτοῖς μηδενὶ εἰπεῖν τὸ γεγονός (: Όμως Εκείνος παρήγγειλε εις αυτούς, τους γονείς, σε κανένα να μην πουν το γεγονός της αναστάσεως της κόρης των)».
 

 

Παρασκευή 25 Οκτωβρίου 2024

Κυριακή Ζʼ Λουκά Η δύναμη του Θεού και η πίστη του ανθρώπου Αγ. Νικόλαος Βελιμίροβιτς (Λουκ. η’ 41-56)

  Όταν οι ακτίνες του ήλιου πέφτουν σ’ ένα βράχο, τον κάνουν να λάμπει. Όταν η φλόγα αγγίξει ένα άκαφτο κερί, το ανάβει. Όταν ο μαγνήτης αγγίξει ένα μεταλλικό αντικείμενο, το μαγνητίζει. Όταν το ηλεκτροφόρο καλώδιο αγγίξει ένα συνηθισμένο σύρμα, και τα δυο τους ηλεκτρίζονται.
Όλες αυτές οι φυσικές ενέργειες δεν είναι παρά εικόνες ή πνευματικά φαινόμενα. Όλα όσα συμβαίνουν στον εξωτερικό κόσμο, είναι απλά η εικόνα όσων γίνονται στον εσωτερικό. Ολόκληρη η εφήμερη φύση είναι σαν ένα όνειρο, σε σχέση με την εσωτερική πραγματικότητα, σαν ένα παραμύθι, όταν μιλάμε με όρους αιώνιας ζωής.

Η ψυχή είναι η πραγματικότητα του σώματος. Ο Θεός είναι η πραγματικότητα της ψυχής. Όταν ο Θεός αγγίζει την ψυχή, την ζωοποιεί, της μεταδίδει την δράση. Όταν η ψυχή αγγίζει το σώμα, κάνει το ίδιο. Το σώμα λαβαίνει φως, ζεσταίνεται, δέχεται μαγνητισμό και ηλεκτρισμό, δράση, ακοή και κίνηση από την ψυχή. Όταν η ψυχή αναχωρεί από το σώμα, όλ’ αυτά χάνονται, εξαφανίζονται. Η ψυχή δέχεται από το Θεό έναν ειδικό φωτισμό, θέρμη, μαγνητισμό και ηλεκτρισμό, δράση, ακοή και κίνηση. Κι όλ’ αυτά χάνονται όταν η ψυχή χωρίζεται από το Θεό.
 

 

Πέμπτη 24 Οκτωβρίου 2024

Κυριακή Ζ’ Λουκά Επισκόπου Θεοφάνους Κεραμέως Ομιλία για τη θυγατέρα του Αρχισυναγώγου και για την αιμορροούσα

  Σήμερα το ιερό Ευαγγέλιο μας (Λουκ. η’ 41-56) περιέγραψε διπλή ιστορία θαυμάτων. Και μάλλον αυτό είναι το κατά πολύ πιο παραδοξότατο των μεγάλων θαυμάτων, από όσα προηγήθηκαν. Από το να θεραπευθεί ο κωφάλαλος, ή ο παράλυτος, ή ο τυφλός, ή ο μανιακός, είναι πιο θαυμαστό το να ξαναζήσει αυτός που πέθανε. Και τώρα θαυματουργεί ο Κύριος, κάνοντας αρχή από την ανάσταση της θυγατέρας του Ιαείρου και παίρνει αυτήν την παρθένο από τον θάνατο απαρχή (πρώτη λεία) και αρχίζοντας έτσι να αιχμαλωτίζει τον άδη, το κάνει αυτό περισσότερο στη συνέχεια, γιατί η είσοδος του θανάτου στον κόσμο έγινε από την παρθένο Εύα. Αλλά, ανοίγοντας το ιερό βιβλίο του Ευαγγελίου, ας ακούσουμε τα ίδια τα λόγια του: «Εκείνο τον καιρό, πλησίασε τον Ιησού κάποιος άνθρωπος που τον έλεγαν Ιάειρο και ήταν άρχοντας της Συναγωγής. Αυτός έπεσε στα πόδια του Ιησού και Τον παρακαλούσε να πάει στο σπίτι του, γιατί είχε μια μοναχοκόρη δώδεκα χρόνων, που ήταν ετοιμοθάνατη» (Λουκ. η’ 41-42).
Αρχίζοντας την εξήγηση ας μου επιτραπεί να θαυμάσω, το πόσο πιο πριν οι εξ εθνών πιστεύοντας στον Χριστό ξεπέρασαν τους Ιουδαίους. Διότι εκείνος ο εκατόνταρχος, πιστεύοντας αυτό, θεωρούσε πως και απών ο Σωτήρας μπορεί να θεραπεύσει τον δούλο του μόνο με ένα λόγο, γι’ αυτό και έλεγε: «Ένα λόγο πες μόνο, και θα γιατρευθεί ο δούλος μου» (Λουκ. ζ’ 7). Ο εδώ, όμως, άρχοντας της Συναγωγής, ο Ιάειρος παρακαλεί τον Κύριο να μπει μέσα στο σπίτι, νομίζοντας πως δεν μπορεί με άλλον τρόπο να φέρει τη θεραπεία στην κόρη του.

 

Τετάρτη 23 Οκτωβρίου 2024

Κυριακή ζ' Λουκά Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου. Ομιλία του Αγίου Ιωάννου Αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως του Χρυσοστόμου, περί της αναστάσεως της θυγατρός του Ιαείρου, και περί της αιμορροούσης.

  Το έργον επρόφθασε τους λόγους, και οι Φαρισαίοι απεστομώθησαν ακόμη περισσότερο. Διότι ήταν αρχισυνάγωγος αυτός που ήλθε, και το πένθος βαρύ. Το παιδί μονογενές και στο άνθος της ηλικίας του, μόλις δώδεκα ετών. Και το ανέστησε δια μιάς. Εάν δε ο Λουκάς λέγει ότι ήλθαν και είπαν «μη σκύλλε, μη ταλαιπωρείς τον διδάσκαλον’ τέθνηκε γαρ», θα απαντήσωμε τούτο, ότι το «άρτι ετελεύτησε» το είπεν εκείνος στοχαζόμενος τον χρόνο της οδοιπορίας ή για να επαυξήσει την συμφορά. Συνηθίζουν, όσοι παρακαλούν, να μεγαλοποιούν με τα λόγια την συμφορά τους, και να προσθέτουν κάτι επιπλέον ώστε να προσελκύσουν περισσότερο τους ικετευομένους. Κοίτα όμως την απλοϊκότητά του. Δύο πράγματα απαιτεί από τον Χριστόν, και να έλθει ο ίδιος, και να βάλει το χέρι του επάνω. Πράγμα που σημαίνει ότι η μικρή ανέπνεε ακόμη όταν την άφησε. Το ίδιο απαιτούσε και εκείνος ο Σύρος Νεεμάν από τον Προφήτην.
 

 

Τρίτη 22 Οκτωβρίου 2024

Ερμηνεία της Αποστολικής περικοπής της ΚΑ’ Κυριακής Άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος [Γαλ. 2, 16-20]

 «Εἰδότες δὲ ὅτι οὐ δικαιοῦται ἄνθρωπος ἐξ ἔργων νόμου ἐὰν μὴ διὰ πίστεως ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, καὶ ἡμεῖς εἰς Χριστὸν ᾿Ιησοῦν ἐπιστεύσαμεν διότι οὐ δικαιωθήσεται ἐξ ἔργων νόμου πᾶσα σάρξ (: Επειδή όμως μάθαμε από τη δική μας πείρα ότι δεν γίνεται δίκαιος ο άνθρωπος και δεν σώζεται με την τήρηση των τυπικών διατάξεων του μωσαϊκού νόμου, αλλά μόνο με την πίστη στον Ιησού Χριστό, γι’ αυτό λοιπόν και εμείς πιστέψαμε στον Ιησού Χριστό, για να γίνουμε δίκαιοι και να σωθούμε από την πίστη στον Χριστό και όχι από τα έργα του μωσαϊκού νόμου· διότι όπως αναφέρεται και στους Ψαλμούς, με τα έργα του νόμου δεν θα δικαιωθεί και δεν θα σωθεί κανένας άνθρωπος)» [Γαλ. 2, 16· ερμ. απόδοση Παν. Τρεμπέλα].

Πρόσεξε και εδώ πώς με ασφάλεια λέγει τα πάντα. «Διότι όχι όμως ως κακό αλλά ως ασθενή στο να μας εξασφαλίσει τη σωτηρία», λέγει, «εγκαταλείψαμε τον μωσαϊκό νόμο». Εάν λοιπόν ο μωσαϊκός νόμος δεν παρέχει δικαίωση και σωτηρία στον άνθρωπο, είναι περιττή η περιτομή. Αλλά εδώ μεν έτσι αναφέρει· προχωρώντας όμως δείχνει ότι όχι μόνο είναι περιττή η περιτομή, αλλά και επικίνδυνη· κάτι το οποίο είναι και περισσότερο αξιοπαρατήρητο, το ότι δηλαδή στην αρχή μεν λέγει ότι «δεν δικαιώνεται ο άνθρωπος από τα έργα του νόμου», προχωρώντας όμως ομιλεί και με πιο βαριές εκφράσεις.