Την 14η του μηνός Σεπτεμβρίου εορτάζομε την εορτή της Υψώσεως του τιμίου Σταυρού. Η Κυριακή προ της 14ης Σεπτεμβρίου θα μας προετοιμάσει γι’ αυτήν. Είναι η «Κυριακή προ της Υψώσεως». Θα ακουσθούν προεόρτια τροπάρια και στα αναγνώσματα της θείας λειτουργίας θα ακούσουμε τον απόστολο Παύλο να καυχάται για τον σταυρό του Χριστού, «δι᾿ οὗ ἐμοὶ κόσμος ἐσταύρωται, κἀγὼ τῷ κόσμῳ»,[1] και τον Κύριο να ομιλεί για τον θάνατό Του, την «ὕψωσι» του υιού του ανθρώπου, το υπέρτατο δείγμα της αγάπης του Θεού προς τον κόσμο.[2] Αλλά και η επομένη Κυριακή, η «Κυριακή μετά την Ύψωσιν», θα πλαισιώσει τον εορτασμό. Και πάλι εκτός από τους μεθεόρτους ύμνους θα ακούσουμε τον Παύλο να ομιλεί για την συσταύρωσή του με τον Χριστό, που τον αγάπησε και παρέδωσε γι’ αυτόν την ζωή Του στον σταυρό,[3] και τον Κύριο να καλεί τους οπαδούς Του να σηκώσουν και αυτοί, όπως Εκείνος, τον σταυρό τους και να τον ακολουθήσουν.[4] Μέσα σ’ αυτό το λειτουργικό πλαίσιο τοποθέτησαν οι Πατέρες την μεγάλη εορτή της Υψώσεως του Σταυρού για να εξάρουν την ιδιαιτέρα εορτολογική της σημασία.
Γιατί η εορτή της Υψώσεως «ἴσα φέρει τῇ Μεγάλῃ Παρασκευῇ». Είναι η εορτή της «χαρμολύπης» του Σταυρού. Του θανάτου του Κυρίου, αλλά και της δόξης Του. Και υψούται ο Σταυρός, το όργανο του σωτηρίου πάθους, η σημαία της νίκης του Χριστού. Η λύπη για τον μαρτυρικό θάνατο του Σωτήρος, που βρίσκει την έκφρασή της στην νηστεία, έχει το αντίβαρό της στην χαρά και στον πανηγυρισμό του θριάμβου Του.